Οι δύο τραγικές αυτοκτονίες στην
Καμαρούλα Αγρινίου (μάνας και κόρης) έδωσαν μια άλλη
απάντηση στο φονικό του δεκαεπτάχρονου γιού και
αδελφού τους, που διέπραξε πριν τρία σχεδόν χρόνια
ένας κτηνοτρόφος των Καλυβίων. Ο οποίος αφαίρεσε την
ζωή εκείνου του νέου (ταυτόχρονα με την ζωή άλλων
τριών) γιατί του ...καταπατούσε το τριφύλλι του. Ο
δολοφόνος αυτός που, όπως και πολλοί όμοιοί του, δεν
λογαριάζουν την ζωή μπροστά στα περιουσιακά τους
συμφέροντα, χρειάζονταν πράγματι και μια άλλη
απάντηση, πέραν δηλαδή εκείνης που του έδωσε η
δικαιοσύνη, καταδικάζοντάς τον.
Μια απάντηση που μόνο το πάθος και
το μεγαλείο της ζωής και της αγάπης μπορεί να δώσει. Της αγάπης εκείνης
που δεν γνωρίζει τους γλυκασμούς και τους υπολογισμούς των καθημερινών
αγαπητικών διακηρύξεων ή ακόμη και των εμπιστευτικών εξομολογήσεων. Όχι
της εκπολιτισμένης και ευγενικής αγάπης των συμβατικών συναναστροφών,
αλλά της άμετρης με τα συνήθη κοινωνικά μέτρα και για τούτο απολίτιστης
αγάπης. Της άγριας βέβαια και ασυμβίβαστης αγάπης. Ούτε
βέβαια
της Θείας Χριστιανικής αγάπης, αφού κάθε αυτοκτονία (όπως η αυτοκτονία των δύο γυναικών)
θυσιάζει στο βωμό της όχι μόνο αυτή την ζωή, αλλά, αμαρτωλά και
ασυγχώρητα, και την άλλη.
Η απάντηση λοιπόν αυτή του(ς) δόθηκε από το δίδυμο των
αυτοχειριασθεισών. Και δεν δόθηκε φυσικά με λόγια. Ο λόγος στην
προκείμενη περίπτωση ήταν κυριολεκτικά αίμα και σάρκα. Ένας "λόγος
σαρκωμένος" που εκτός από τον δολοφόνο έχει και πολλούς άλλους αποδέκτες.
Όσων βέβαια τα αυτιά είναι ακόμα ανοικτά και μπορούν να ακούσουν. Ή όσων
τα αυτιά δεν καλύπτονται από τον εμπορικό ορυμαγδό των παζαριών, όπου
όλα έχουν ανταλλάξιμη χρηματική αξία.
Ας θυμηθούμε τον εκκλησιαστικό στίχο: "Οτι κραταιά ως
θάνατος αγάπη, σκληρός ως άδης ζήλος".