Το Αγρίνιο δεν έχει να επιδείξει πολλά έργα τέχνης. Ένα από αυτά βρίσκεται στο νεκροταφείο του Αγρινίου και κοσμεί τον τάφο της οικογένειας Παπαβασιλείου. Είναι έργο του γνωστού γλύπτη Αντώνη Σώχου (1888 - 1975), φιλοτεχνημένο το 1925, με παραγγελία του Βασιλείου Παπαβασιλείου. Είχε εκτεθεί και είχε βραβευθεί σε Solon του Παρισιού, πριν μεταφερθεί στο Αγρίνιο. Παραθέτουμε (πιο κάτω) ένα απόσπασμα από την αξεπέραστη παρουσίαση του έργου που έκανε ο Κώστας Τριανταφυλλίδης (Ρίζα, Δεκέμβρης 1990)
(η φωτογραφία ανήκει στην "Ν.Ε")
Ο Κώστας Τριανταφυλλίδης για το έργο του Σώχου:
"......Η παράσταση της γυμνής κόρης πάνω στον τάφο είναι συνηθισμένη στη θεματολογία της νεοκλασσικής - αλλά και της ρωμαντικής - γλυπτικής. Προκειμένου για επιτάφιο μνημείο ενεδρεύει πάντα ο κίνδυνος μιας συναισθηματικής γλυκερότητας. Ο Σώχος όμως, με τις γερές καταβολές και τη μαθητεία του στη λιτότητα και την αυστηρότητα της ελληνικής γραμμής, ξεπέρασε αυτόν τον κίνδυνο και έδωσε έργα με εσωτερικό δυναμισμό, αλλά και ευγενές και συγκρατημένο εξωτερικό περίγραμμα. Αυτή του η αρετή είναι εμφανής στην Παρθένα του κοιμητηρίου του Αγρινίου. Είναι κυριαρχημένη από την αίσθηση του περιττού. Καμιά μπαρόκ έμφαση δεν έρχεται να ταράξει την ευγραμμία και την ισορροπία της φόρμας. Λες και αυτή έχει φθάσει στην αυτάρκεια της, έχει πια «εξαντλήσει» τα ακραία της όρια. (Στην αληθινή Τέχνη η μορφή είναι «κόσμια» και «εχέμυθη». Μοιάζει -κι ας μας επιτραπεί η παρομοίωση -με ένα νυχτολούλουδο, που κρύβεται στο φράχτη του περιβολιού. Ευωδιάζει από αρετή και σεμνότητα - και «ντρέπεται»...). Η Κόρη έχει το μελαγχολικό και «απόμακρο» ύφος του επιτύμβιου. Είναι ενώδυνη· αλλά η οδύνη της δεν ξεσπά σε επιδεικτική κραυγή. Είναι «περιφρουρημένη» και εξαρτημένη απόλυτα από ένα εσωτερικό κέντρο. Το βλέμμα δεν κατατείνει στα αισθητά είναι στραμμένο σε νοητούς ήλιους. Ίσως έτσι να είναι και περισσότερο δυναμική. Γιατί, βέβαια, δεν είναι πάντα η κραυγή που συγκινεί και συναρπάζει· είναι και ο ψίθυρος, που αγγίζει βαθύτερα και τελετουργεί. Και δεν είναι ο κεραυνός (που πλήττει και καταλύει)· είναι και η μουσική -που γίνεται αισθητή ως χάδι και εμψυχώνει. Και μη δεν είναι ο αναστεναγμός βαθύτερος και καταλυτικότερος από τον κοπετό και το παράπονο περιπαθέστερο και εντελέστερο από την κραυγαλέα επίδειξη του πόνου; Και από την άποψη αυτή η θλίψη της Παρθένας παραπέμπει κατευθείαν στην αρχαία ελληνική πλαστική και στους τάφους του Κεραμεικού - που μοιάζουν με κάνιστρα γεμάτα αγριολούλουδα και το πένθος τους το φαιδρύνει το μακάριο και τερπνό και θεσπέσιο χαμόγελο των λευκών επιτύμβιων αγαλμάτων. Αν ο Γιαννούλης Χαλεπάς - με την «Κοιμωμένη» του- έστησε την ιδέα της αθανασίας στο Α' Νεκροταφείο της Αθήνας, ο Αντώνης Σώχος επλαστούργησε την εικόνα της συλλογής στο κοιμητήριο του Αγρινίου. Αυτή η συλλογή –στροφή προς έναν εσωτερικότερο και ερασμιότερο κόσμο- είναι απότοκος της σταθερής και επίμονης προσήλωσης του Καλλιτέχνη μας σε μια «μυθική ενόραση του κόσμου». Αλλά στο χώρο των μυστικών και ενορατικών εμπειριών τα πάντα «πάσιν άνω-κάτω». Τα μεγάλα γίνονται μικρά και τα μικρά μεγάλα· τα φανερά γίνονται αφανή και τα αφανή αποκτούν εμφάνεια. Τα ά - μορφα γίνονται ευ - μορφα και τα υλικά πάσχουν αλλοίωση θεία. Και η θνητή κόρη, αποσπασμένη τώρα από το κράτος της φθοράς και από το άμορφο μάρμαρο πλαστουργημένη σε ωραία μορφή, είναι πια εξαγορασμένη από το θάνατο. Είναι, δηλαδή, αθάνατη!..." |